Οι εννιά στις δέκα πληροφορίες που κυκλοφορούν στο διδύκτιο είναι ψέμματα ή μισές αλήθειες. Η καταγραφή τους βοηθάει στον έλεγχο και στο ξεσκαρτάρισμα.

Κυριακή 30 Ιουνίου 2013

Η αβάσταχτη ελαφρότητα της Ρωμιάς

Η σημερινή ρωμιά μάνα μεγαλώνει παιδιά με κουσούρια, τα παιδιά τής επόμενης, χειρότερης ακόμα κι από τη σημερινή, γενιάς ρωμιών



Μεγέθυνση
των Ράνιας Βούλτεψη & Ισιδώρας Ντάνη
Η ρωμιά δέν αποτελεί ιδιαίτερα δύσκολη περίπτωση όσον αφορά στην απο- κρυπτογράφηση τής υπόστασης και τού ρόλου της στο κοινωνικό γίγνεσθαι τής Ρωμιοσύνης. Αναμφίβολα, ο ρόλος της έχει σημαντικά μεταβληθεί στην πάροδο τού χρόνου, αλλά μονάχα επιφανειακά. Ας εξετάσουμε λοιπόν τη ρωμιά σε όλες τις παραλλαγές της:

Η Προπολεμική Ρωμιά


Γεννημένη πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, γυναίκα πλήρως συμβιβασμένη με τον υποτελή ρόλο της. Αναθρεμμένη, για να υπηρετεί την οικογένεια, αλλά κυρίως τον σύζυγο, που παντρεύτηκε με προξενιό. Ατημέλητη, στερημένη από το δικαίωμα να επιλέξει τον σύντροφο τής ζωής της και επιφορτισμένη με την εύρυθμη λειτουργία τού σπιτιού, την ανατροφή των παιδιών και την ικανοποίηση των απαιτήσεων τού συζύγου. Γεωργικές εργασίες, αλλά και οικιακές. Από μικρή διδασκόταν την «τέχνη» τού υπηρετείν. Ο ελεύθερος χρόνος στην εκκλησία τού χωριού, λίγη ρόκα, λίγο κουτσομπολιό με τις γειτόνισσες και σιωπή...


Χοντρό οιδιπόδειο με τους γιους της, που τους θέλει «σκληρά αρσενικά», ενώ τις κόρες της παρθένες και νοικοκυρές. Κακιά με τις νύφες της και δοσμένη στα εγγόνια της. Επαρχιώτισσα στην πλειοψηφία της, στερημένη από το δικαίωμα τής μόρφωσης, εμβαπτισμένη στο δισυπόστατο: «δούλα και κυρά». Όταν έμενε χήρα, περιπλανιόταν σαν μαυροντυμένο φάντασμα στα μοναστήρια, στις στάσεις λεωφορείων, στις λαϊκές   και στα ευχέλαια. 
            Η διαχρονική θρησκειολαγνεία τής ρωμιάς.
Μιας και με το νερό δέν είχε ποτέ ιδιαίτερα καλές σχέσεις, βρωμοκοπούσε, ιδιαίτερα το καλοκαίρι με τη ζέστη, ενώ οι αξούριστες μασχάλες της έβγαζαν μια αποπνικτική μυρωδιά από την απλησιά. Αυτές οι ρωμιές σήμερα δέν υπάρχουν ή σε περίπτωση που ζουν είναι προγιαγιάδες και άνω των 80-90 ετών.



Το τσεμπέρι, που φοριέται ακόμα σε μουσουλμανικές χώρες, συνηθίζεται ακόμα στη Ρωμιοσύνη, ειδικά στα χωριά, σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας. Πάντως, ακόμα και πριν από μερικές δεκαετίες στην Ελλάδα, οι περισσότερες ρωμιές και στις πόλεις εξακολουθούσαν να καλύπτουν το κεφάλι τους, όταν ήταν να βγουν έξω.

Όσο για το «κουκούλωμα» γαμπρού, αυτό αποτελεί τον απόλυτο διαχρονικό διακαή πόθο τής ρωμιάς ανεξαρτήτως οικονομικής, κοινωνικής ή πνευματικής κατάστασης.
 
Η Μεταπολεμική Ρωμιά


Γεννημένη λίγο μετά τον πόλεμο, συνήθως στην επαρχία, αλλά απαντάται να κατοικεί κυρίως στις μεγάλες πόλεις μιας και κατά τη διάρκεια  τού ΄50 -΄60 υπήρξε μια άνευ προηγουμένου εσωτερική μετανάστευση, που οδήγησε στο νοσηρό φαινόμενο τής αστυφιλίας. Μεγαλωμένη με μεγαλύτερες ανέσεις και περισσότερες ελευθερίες, που παρείχαν οι μικροαστοί επαρχιώτες γονείς απεγκλωβισμένοι από τις κλειστές κοινωνίες τής επαρχίας. Η μόρφωσή τους περιοριζόταν το πολύ σε ένα εξατάξιο γυμνάσιο με ολίγον από αγγλικά ή γαλλικά.

Γαλουχημένη με την «Αλίκη στο Ναυτικό», το περιοδικό «Φαντάζιο» και το «Πάνθεον», το shake, τους Charms και τους Olympians, τα πάρτι  με το βερμούτ και το VAT69, ονειρευόταν να βρει έναν πρίγκιπα, που θα την πάρει στο άσπρο του άλογο και θα την κάνει βασίλισσα ικανοποιώντας παράλληλα όλες τις ενδυματολογικές και life-style ονειρώξεις της προερχόμενες από την ανάγνωση των κοριτσίστικων εντύπων τής εποχής. Οι σεξουαλικές τους δραστηριότητες περιελάμβαναν αρκετές ευρεσιτεχνίες πλην την κανονικής διείσδυσης, διότι η «παρθενία πράγμα ιερόν εστί» και φυσικά ήταν και ένα σημαντικό ατού, δια την άλωσιν τού «νυμφίου».


Μετά το γάμο όμως, το σκηνικό άλλαζε ριζικά. Η ρωμιά γινόταν μια χοντρή μάνα με τεράστια περιφέρεια, που κυνηγούσε τα παιδιά της στις παραλίες για να φάνε το αυγό τους, τα μάθαινε πώς να κατουράνε στη θάλασσα, ενώ στις εκδρομές εναπόθετε με περισσή επιδεξιότητα την πλαστική σακούλα με τα σκουπίδια στο πρώτο κλαδάκι δέντρου που έβρισκε.

Τα μουσικά γούστα άλλαξαν και ο Καζαντζίδης με το Διονυσίου (όχι τον Αρεοπαγίτη) αντικατέστησαν τους ξενόφερτους ήχους των «γιεγέδων». Σαν μάνα αγοριών, ιδιαίτερα σκληρή με τις νύφες, απαιτητική στο θέμα τής προίκας και μένος κατά οποιασδήποτε «ξεβράκωτης», που θέλει να τής κλέψει τα «παλικάρια» της. Σαν μάνα κοριτσιών, εξαιρετική δασκάλα, για το πώς θα τα μπλέξουν με κανέναν «παραλή», πως θα τον κάνουν να ζηλεύει και πώς θα τον αφαιμάζουν χωρίς να το καταλαβαίνει διατηρώντας κρυφό κομπόδεμα.

Οι σημερινές ρωμιές αυτής τής κατηγορίας είναι γύρω στα 65, ενώ η συμμετοχή τους στο εκκλησίασμα είναι ευθέως ανάλογη με την αύξηση τής ηλικίας τους.


Η Ρωμιά τής Μεταπολίτευσης


Πρώτη ή δεύτερη γενιά επαρχιωτών, γεννημένη συνήθως μετά το ΄70 -΄75 σε αστικό κέντρο, αλλά με πολύ χαλαρότερους δεσμούς με το «χωριό» απ’ ότι η προηγούμενη κατηγορία. Μάλιστα, μακρινά ξαδέρφια και συγγενείς από το χωριό τού μπαμπά και τής μαμάς συχνά αποκαλούνται ως «βλάχοι» από τη ρωμιά τής μεταπολίτευσης.











Η ρωμιά μάνα τής μεταπολίτευσης
μέσα από την ταινία τού Νίκου Αλευρά: «Πέφτουν οι σφαίρες σαν το χαλάζι»,
η οποία, όταν πρωτοπροβλήθηκε ένα σαββατόβραδο τού 1983 στην κρατική τηλεόραση, κόπηκε στον αέρα, προτού ολοκληρωθεί.
Το όνειρο τής σύλληψης «νυμφίου» παραμένει, αλλά συγκατοικεί παράλληλα με την επιθυμία διορισμού στο δημόσιο, που «είναι ό,τι το καλύτερο για μια γυναίκα». Και τα δυο επιτυγχάνονταν σχετικά εύκολα, λόγω του αριστερόφρονος περιβάλλοντος όχι μόνο τής οικογένειας, αλλά και των χρόνων σπουδών με συμμετοχές σε «νεολαίες», σπουδαστικές «φράξιες» και λίγο αργότερα εγγραφές σε κομματικές οργανώσεις.

Το πεδίο σπουδών περιλαμβάνει τουλάχιστον το λύκειο, αλλά και πανεπιστήμιο, που για την επαρχιώτισσα λειτουργεί και σαν ευκαιρία να δραπετεύσει από τις κλειστές κοινωνίες τής επαρχίας σ’ ένα πιο απελευθερωμένο περιβάλλον.

Έχοντας εμπεδώσει τη μέθοδο Sylva, για να «απελευθερώσει» το νου της, όταν γίνεται μητέρα, επιδιώκει τα παιδιά της να ασχοληθούν με χίλιες δυο δραστηριότητες. Από άθληση μέχρι πιάνο, ξένες γλώσσες, σκάκι και διδασκαλία αρχαιοελληνικής γλώσσας στις σχολές γραφικού ελληναρά ρωμιοχριστιανού πολιτικάντη, μέσω τού οποίου, αλλά και τού ειδικού ελωχιμολόγου, ανακαλύπτει την «ιδιαίτερη αρχαιοελληνική» της καταγωγή, που σιγά - σιγά την απομακρύνει και από τα πρώην αριστερά της ιδεώδη.

Αρέσκεται στο να ντοπάρει τα παιδιά της σαν άλογα κούρσας προσδοκώντας να τα μετατρέψει σε πανεπιστήμονες ή πολύ πλούσιους επιχειρηματίες ή πολύ φτασμένους πολιτικούς, για να τα «καμαρώσει» μια μέρα στη τηλεόραση.

Τις σεξουαλικές της ανάγκες, που έχουν αυξηθεί λόγω χρόνιου γάμου και ρουτίνας τις ικανοποιεί με πολύ νεότερους εραστές, τους οποίους και αλιεύει επιτυχώς μέσα από τα γνωστά μέσα κοινωνικής δικτύωσης χωρίς όμως ποτέ να θέτει σε κίνδυνο το γάμο της.
 

Προσέχει τον εαυτό της, δαπανά αρκετά για τον καλλωπισμό της με λιποαναρροφήσεις, ανορθώσεις  στήθους και λευκάνσεις οδόντων. Τελευταία βέβαια έχουν προστεθεί και τα «μπότοκς», όπως επίσης και η λεύκανση πρωκτού (δέν είναι καθόλου αστείο).

Σε γενικές γραμμές, η ρωμιά τής μεταπολίτευσης είναι εξαιρετικά ωφελιμίστρια, αλλά συνάμα και εφευρετική. Για παράδειγμα, έχουν εμφανιστεί τα λεγόμενα «καλσόν αυτοκινήτου» (ανοιχτά μπρος και πίσω) για γρήγορες «ξεπέτες» με φίλους των γιών της μέσα σε αυτοκίνητα.

Με τη θρησκεία διατηρεί μια παθητική στάση χωρίς να την απορρίπτει και χωρίς φυσικά να αποχωρίζεται το σταυρουδάκι της, το οποίο και ανεβοκατεβάζει δεξιοτεχνικά εντός της σχισμής τού στήθους της, όταν επιθυμεί να εμπλέξει κάποιο αρσενικό στις σεξουαλικές επιθυμίες της. 

Ως δημόσιος υπάλληλος και συνδικαλίστρια, δέν χάνει την ευκαιρία μεταξύ διαδηλώσεων, στάσεων εργασίας και απεργιών, να διοχετεύει την επαναστατική της ενέργεια στην αγκαλιά συναδέλφου συνδικαλιστή και πάντα εντός κάποιου πλήρως εχέμυθου περιβάλλοντος.
Ρωμιά μάνα:
Μεγαλώνει παιδιά μέσα στον
ταλιμπανισμό, τον εθνικισμό
με μεγαλοϊδεατικά και μανταμ-
σουσούδικα σύνδρομα.

Αν κι έχει κατά καιρούς υμνηθεί, στην ουσία φέρει μέγιστο
μερίδιο ευθύνης για το σημερινό
χάλι τής ρωμέικης
κοινωνίας μας.
 
Αν και γαλουχημένη στο rock, τού οποίου και την ένδυση υιοθετεί στα εφηβικά της χρόνια, με την πάροδο τού χρόνου, η ρωμιά τής μεταπολίτευσης εκδιώχνει τα «σεκλέτια» της με βαριά λαϊκά, όταν σαρανταρίζει, ενώ αρέσκεται να χαλαρώνει με ελαφρολαϊκά άσματα νεαρών τραγουδιστών και τραγουδιστριών, που λανσάρονται με τηλεοπτικό τρόπο στον κόσμο της.

Με την πάροδο τού χρόνου, απεμπολεί σταδιακά τον «αριστερισμό» της χρησιμοποιώντας τη φράση «μεγαλώσαμε πια».

Με τη μαγειρική δέν έχει καθόλου καλή σχέση και δέν καταπιάνεται παρά μόνο αν δει κάποια συνταγή στη τηλεόραση και θελήσει να την εκτελέσει (κυριολεκτικά και μεταφορικά).

Ένα από τα φετίχ της είναι τα τούρκικα σήριαλ, με τα οποία ενίοτε και αυτό-ικανοποιείται σε περιόδους αρσενικής ανομβρίας επιθυμώντας έστω και περιοδικά, έναν «οθωμανικό κόσμο» με όλα τα συμπαρομαρτούντα του.  


Η πνευματική τροφή τής σύγχρονης ρωμιάς.

«...Η Κάσι αφήνεται στα χέρια τους αψηφώντας κάθε νόμο τής λογικής, όταν διαπιστώνει, ότι ένας μεγάλος ανεκπλήρωτος έρωτας ζητά να αναστηθεί μέσα από τη δική της ύπαρξη. Μια σαρωτική θύελλα γεγονότων μαστιγώνει το παρόν της, ενώ ένα τραγικό παρελθόν ζητάει να δικαιωθεί.
»Ποιες είναι αυτές οι γυναίκες, που σέρνουν ακόμη τις φιγούρες τους μέσα στους αιώνες; Ποιος είναι αυτός ο άνδρας, που τις αγάπησε τόσο πολύ; »Ένα μεταφυσικό αισθηματικό θρίλερ, που θα σας καθηλώσει, θα σας προβληματίσει κι ίσως σας λυτρώσει από τους επίγειους φόβους σας».
 


Η νεότερη γενιά ρωμιάς


Γαλουχημένη σε ένα περιβάλλον μεσοαστικό και αγκαλιά με το διαδίκτυο, είναι ένα πλάσμα παντελώς ανιστόρητο, απολιτίκ και απαίδευτο με την κυριολεκτική, αλλά και τη μεταφορική έννοια τής λέξης. Μπορεί να είναι πτυχιούχος, για παράδειγμα τής Νομικής, αλλά να μήν γνωρίζει καθόλου γεωγραφία, ιστορία και φιλοσοφία. Στόχος της δέν είναι τόσο η γνώση τού αντικειμένου, αλλά το κοινωνικό εκτόπισμα, που προσφέρει ο τίτλος σπουδών της, που θα την βοηθήσει να αναρριχηθεί γρηγορότερα στη σκάλα τής εταιρικής ιεραρχίας.

Αρέσκεται στο να διαβάζει ανούσιες ηλιθιότητες, που φέρουν τον τίτλο τού «μεταφυσικού αισθηματικού θρίλερ», δηλαδή αναγνωσμάτων, που ουδεμία σχέση έχουν με την ιστορία, την επιστήμη, τη λογική, την καλλιέργεια τού νου και την πραγματική παιδεία.

Μαθημένη στην ασφάλεια και τα λεφτά τού μπαμπά, τής μαμάς και τελευταία, τής γιαγιάς, δέν έχει στόχους και επιδιώξεις, που οδηγούν στην πραγματική αυτοβελτίωση τής προσωπικότητάς της, αλλά μονάχα στην κοινωνική και οικονομική της αναβάθμιση.

Αρέσκεται στο να εναλλάσσει από μικρή ηλικία τους ερωτικούς της συντρόφους και στο να αδιαφορεί παντελώς για τις πολιτικο-κοινωνικές εξελίξεις.
 

Εξαιρετικά συμφεροντολόγα, συνήθως καταφέρνει να παγιδεύει αγόγγυστα βουτυρομπεμπέδες με φορτωμένη τσέπη, που είναι πάντα πρόθυμοι να τής ικανοποιήσουν όλα της τα χατίρια.

Στην ανταγωνιστική κοινωνία, η ρωμιά τής νεότερης γενιάς μαθαίνει να λειτουργεί ως δευτερεύων άνδρας επιδιώκοντας να ανταγωνιστεί σκληρά γυναίκες και άνδρες, ώστε να θριαμβεύσει μέσα από μία επιτυχημένη καριέρα.

Τον γάμο δέν τον πολυσκέφτεται εκτός αν σημαίνει μόνιμη και εξασφαλισμένη οικονομική αποκατάσταση, πράγμα, που δηλώνει λανθάνουσα ανασφάλεια και υποταγή σε όποιον τής εξασφαλίσει μια άνετη ζωή, αλλά με κύρος και αναγνώριση.
Η σύγχρονη ρωμιά θεωρεί τόσο σημαντικό τον εαυτό της, ώστε να αξίζει τής προσοχής και τής φροντίδας των πάντων χωρίς εκείνη να χρειάζεται να κάνει κάτι ως ανταπόδοση. Απόρροια αυτού είναι η έλλειψη σεβασμού προς τον περίγυρό της. Αυτό, που γεμίζει το κεφάλι της, δέν είναι ο αυτοσεβασμός, αλλά η έπαρση με τρικυμία: Άλλα σκέφτεται, άλλα θέλει, άλλα δείχνει, άλλα κάνει...

Μεγαλώνοντας όμως, επιθυμεί να γίνει «μαμά» με κάθε τρόπο, ακόμα και εκτός γάμου, για να «ολοκληρωθεί» σαν γυναίκα. Συνήθως, καταλήγει νευρασθενική, ενώ αν τύχει και γίνει μητέρα, φέρνει στον κόσμο νευρασθενικά παιδιά, που νοσούν από τα χρόνια τής κύησής τους, λόγω των χαπιών, αλλά και τού αρρωστημένου νευρικού συστήματος τής μητέρας τους.

Με τη θρησκεία έχει και αυτή μία ενδόμυχη στάση, η οποία και σ’ αυτήν την περίπτωση είναι σε ευθέως ανάλογη σχέση με την αύξηση τής ηλικίας της.

  
- Το 62% των σύγχρονων γυναικών στη χώρα μας καπνίζει λίγο ή πολύ.
- Το 15% κάνει υπερβολική χρήση αλκοόλ.
- Το 41,3% έχει καπνίσει ινδική κάνναβη.
- Το 5% σνιφάρει κοκαΐνη.
- Ένα 12% κάνει απ΄τα λοιπά ναρκωτικά.
- Το 70% εξ αυτών από μικρή ηλικία               
(Φωτ. εφημ. «Έθνος»).παίρνει φάρμακα.
- Το 20% είναι παχύσαρκες.
- Το 47% είναι υπέρβαρες.
- Ένα ποσοστό 2%(!) γυμνάζεται εντατικά (5 φορές την εβδομάδα), ενώ το 8% γυμνάζεται 2 φορές την εβδομάδα!
- Κατέχουν την πρώτη θέση σε εκτρώσεις στην Ευρώπη.
- Οι γυναίκες στην Ελλάδα κατέχουν ένα απ΄τα χαμηλότερα ποσοστά γονιμότητας στην Ευρώπη.


 
 

Συνοψίζοντας...
Η ρωμιά, όσο κι αν έχει μορφωθεί, όσο κι αν έχει εξευρωπαϊσθεί, όσο κι αν έχει κοινωνικοποιηθεί παραμένει δέσμια των καταλοίπων, των δεισιδαιμονιών και των παραδόσεων τής Ρωμιοσύνης. Βαθειά μέσα της επιθυμεί να διαδραματίζει και να υιοθετεί έναν υποτελή ρόλο, που πηγάζει από την ανασφάλειά της για τη ζωή.

Ακόμα και η ρωμιά, που μορφώνεται και καταλαμβάνει υψηλή θέση, μέσα της επιθυμεί την υποταγή της σε κάποιο αρσενικό, που θα αναλάβει να ρυθμίσει τη ζωή της.
Αν τύχει και χωρίσει, δέν είναι επειδή επιθυμεί να είναι ανεξάρτητη και πιο ελεύθερη, αλλά επειδή ο άντρας που γνώρισε δέν τις «υπέταξε» αρκετά. Η όλη συμπεριφορά της θα μπορούσε να είναι μια περιγραφή τής Εσθέρ Βιλάρ στο βιβλίο της «Ο Ντρεσσαρισμένος Άνδρας».


Τα τελευταία χρόνια, που επιφορτίστηκε η ρωμιά επί πλέον και με το άγχος τής επαγγελματικής της αποκατάστασης, έχασε την ηρεμία της, έγινε νευρωτική και βολοδέρνει μέχρι τα σαράντα της στα ξενύχτια, τις καταχρήσεις, τα ποτά, τα χάπια, τις εκτρώσεις...
Όταν κι αν παντρευτεί και μείνει έγκυος, όλα αυτά μεταφέρονται στο έμβρυο.   Η σημερινή ρωμιά μάνα μεγαλώνει παιδιά με κουσούρια, τα παιδιά τής επόμενης, χειρότερης ακόμα κι από τη σημερινή, γενιάς ρωμιών.
(Φωτ. Από το προφίλ τού Facebook:
Παντρευόμαστε μόνο με ελληνόπουλα.
Κρατάμε ζωντανό τον ελληνισμό
).
 

Η ρωμιά έχει μια λανθασμένη οπτική για το φεμινισμό, που όπως όλα τα κινήματα εισήχθη στη Ρωμιοσύνη διαστρεβλωμένο και παραποιημένο. Η ρωμιά, που κηρύσσει πόλεμο κατά των ανδρών επιδιώκοντας να βγάλει προς τα έξω την εικόνα μιας γυναίκας αρπακτικού, γεμάτης φθόνο και απαιτήσεις, είναι ουσιαστικά πλάσμα κατεστραμμένο μιας και ο μεγαλύτερος εχθρός της είναι ο ίδιος της ο εαυτός, προϊόν τού υπανάπτυκτου, μεσαιωνικού, θρησκόληπτου, παράλογου, «δήθεν» και καταστροφικού περιβάλλοντος τής ίδιας τής Ρωμιοσύνης.


Ράνια Βούλτεψη & Ισιδώρα Ντάνη

Πηγή: http://www.freeinquiry.gr/pro.php?id=3145


Rubrik: Gesellschaft/Κοινωνια

29.06.13
 von Ράνια Βούλτεψη & Ισιδώρα Ντάνη

 http://www.berlin-athen.eu

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου